Αναδημοσίευση από Red Notebook
Η όποια διαπραγμάτευση για τα τεκταινόμενα στο λεγόμενο «φιλελεύθερο» χώρο θα πρέπει αρχικά να τοποθετήσει ορισμένα ζητήματα ορολογίας.
Οι πολιτικοί σχηματισμοί οι οποίoι συμβατικά αναφέρονται ως «φιλελεύθεροι», στην ουσία είναι εκφράσεις ενός κεντροδεξιού πλέγματος με επιλεκτικές, ενίοτε ισχνές αναφορές στον φιλελευθερισμό. Είναι ενδιαφέρον ότι οι ίδιοι δεν προτάσσουν τον φιλελεύθερο χαρακτήρα τους ως ειδοποιό διαφορά απέναντι στον κύριο κορμό της δεξιάς, αλλά ζητήματα συγκυρίας (ΔΗΣΥ), τεχνικών επίδικων και ρυθμίσεων (Δράση-Φιλελεύθερη Συμμαχία) ή απλά δυσανεξίας ενός κοινωνικού ρεύματος «αυτοδημιούργητων» («Δημιουργία Ξανά»). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, η επίκληση του φιλελευθερισμού λειτουργεί εξωτερικά, περιγραφικά, χωρίς αξιώσεις ελέγχου των σχηματισμών αυτών ως προς τις ίδιες τις φιλελεύθερες ιδέες τους. Η ιδεολογική αυτή χαλαρότητα είναι χαρακτηριστική και αντανακλά την ιστορικά αποσπασματική σχέση της ευρύτερης ελληνικής κεντροδεξιάς με το φιλελεύθερο γίγνεσθαι.
Είναι χαρακτηριστικά, εδώ, η καχεκτική παρουσία μιας φιλελεύθερης γραμματείας στην εντόπια ιδεοκίνηση , η αργοπορημένη και τελικά αναιμική παρουσία ενός ρεύματος «καθολικού φιλελευθερισμού» που επιτεύχθηκε μέσω της Φιλελεύθερης Συμμαχίας το 2007. Θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι ο φιλελευθερισμός μάλλον αποδίδεται από τρίτους ως πολιτικό στίγμα, παρά αναλαμβάνεται ως πρόταγμα, ως ισχυρή αυτοδέσμευση των σχηματισμών αυτών.
Υπάρχουν θεμελιακά στοιχεία μιας φιλελεύθερης ατζέντας, όπως η σχέση κράτους-εκκλησίας, το ζήτημα των στρατιωτικών δαπανών, η φιλομεταναστευτική πολιτική και η παραβίαση προσωπικών δεδομένων, για τα οποία υπάρχουν εκκωφαντικές σιωπές στα όρια του σκανδάλου. Αυτές οι σιωπές θα μπορούσαν να γίνουν στοιχεία ενός στιβαρού ελέγχου των «φιλελευθέρων» για ασυνέπεια έως αποστασία από τις διακηρυγμένες αξίες τους. Όμως, η αρχιτεκτονική του κομματικού παιγνίου λειτουργεί με την αποδοχή της ονομαστικής αξίας των φιλελεύθερων προτάσεων ως τυπικά φιλελεύθερων. Στο πλαίσιο αυτό, όμως, δεν υπάρχουν περιθώρια για να ελεγχθεί η αποδεδειγμένη φιλελεύθερη ισχνότητα και ασυνέπεια.
Την ίδια στιγμή, η πρόσφατη άνοδος της Χρυσής Αυγής, το επικίνδυνα ασαφές περίγραμμα των «Ανεξάρτητων Ελλήνων» και η γενικότερη στροφή της σαμαρικής ΝΔ αναδεικνύουν ένα ενδιαφέρον πρόβλημα: Η ιστορική ιδεολογική αναιμία και ο επιλεκτικός φιλελευθερισμός των «φιλελευθέρων» δημιουργούν, τελικά, ένα ιδεολογικό πλαίσιο με αμβλυμένες όλες τις σταθερές που απαιτούνται για τη διατήρηση του φιλελεύθερου συμβολαίου της δημοκρατίας.
Στο πλαίσιο αυτό, ο έλεγχος του «υπαρκτού φιλελευθερισμού» ως ασυνεπή προς τις αρχές του, και όχι η αποδοχή του ως «φιλελευθερισμού», μπορεί να δημιουργήσει ένα σταθερότερο πλαίσιο δημοκρατίας, εγγύησης ατομικών δικαιωμάτων, ορθολογικής αντιμετώπισης του μεταναστευτικού κ.λπ.
Στις μέρες μας γίνονται διάφορες κινήσεις ανασύνταξης του χώρου αυτού. Είναι ενδιαφέρον ότι ουδείς διαπραγματεύεται τις κινήσεις αυτές με ένα ιδεολογικό κριτήριο φιλελευθερισμού και ότι, αντί του κριτηρίου αυτού, προτάσσονται επίδικα άλλοτε παλαιοδεξιά («όχι στην Αριστερά») και άλλοτε μεταδημοκρατικά («όχι στους πολιτικούς»).
Στην εκρηκτική συγκυρία που διανύουμε, αναδύεται η ιστορική πιθανότητα μιας κυβέρνησης της αριστεράς. Όμως, μια κυβέρνηση της αριστεράς δεν μπορεί να ευδοκιμήσει αν η αναμενόμενη πολεμική δεν διεξαχθεί εντός ενός ελάχιστου δημοκρατικού φιλελεύθερου συμβολαίου. Ταυτόχρονα, ακόμα και στο οικονομικό επίπεδο είναι αδύνατο να χαραχθεί μια βιώσιμη οικονομική πολιτική που να αφορά ένα εκατομμύριο επιχειρηματίες και μια εκτεταμένη μικροϊδιοκτησία, αν η πολιτική αυτή δεν αφομοιώσει δημιουργικά φιλελεύθερα προτάγματα για την αυτονομία του «επιχειρείν, για μια νέα κατανόηση και σχηματοποίηση των ιδιοκτησιακών δικαιωμάτων ως εργαλείων κοινωνικής συνοχής, κ.ο.κ.
Ίσως η ιστορική καχεξία του δεξιού φιλελευθερισμού να είναι η ευκαιρία για την δημιουργική συγκρότηση ενός κυβερνώντος αριστερού φιλελευθερισμού, ο οποίος δεν είναι μια γραφική ιδεοληψία. Το «Κόμμα των Αριστερών Φιλελεύθερων» ήταν ένα υπαρκτό κόμμα με μεγάλη συμβολή στην Αντίσταση και αναμφίβολη συμβολή στην συγκράτηση της μετεμφυλιακής αριστεράς και της ΕΔΑ. Η ιστορία του δεν είναι προς επανάληψη. Είναι, όμως, ένα παράδειγμα προς κατανόηση και επεξεργασία.