Εδω και μερικές εβδομάδες ανακαλύψαμε «χωμένη» στις εσωτερικές σελίδες του «Φωτός» μια στήλη που είναι πραγματικά διαφορετική.
Είναι περιττό να εξηγήσουμε το γιατί.
Απλά με την άδεια του Ηλία,δημοσιεύουμε το κείμενο του της 4/1/10 με τις φωτογραφίες όπως τις επέλεξε αυτός.
Δεν είναι η πρώτη φορά που η αθλητική δημοσιογραφία παράγει υψηλή ποιότητα.
Τα 50 χρόνια από τον θάνατο του «Άγιου Πέτρου» του ποδοσφαίρου, Καμύ
Γράφει ο Ηλίας Καραγιάννης
iliaskaragiannis@hotmail.com
«Πώς είναι οι Κυριακές ενός ποδοσφαιριστή που δεν μπορεί να παίξει;» αναρωτιόταν ο Αλμπέρ Καμύ στα «Carnets»(«Σημειωματάρια») του εν τω μέσω του Δευτέρου Παγκοσμίου Κυπέλλου. «Πλήττει τις Κυριακές από τότε που απαγορεύτηκαν οι ποδοσφαιρικοί αγώνες. Σέρνεται στους δρόμους, κλωτσάει τα χαλίκια προσπαθώντας να τα στείλει κατευθείαν στους υπονόμους. («Ένα μηδέν», λέει. Και προσθέτει ότι η ζωή είναι σκληρή). Επεμβαίνει στα παιχνίδια των παιδιών, όπου υπάρχει μπάλα. Πετάει τις γόπες και τις ξαναπιάνει με μια κλωτσιά. (Στην αρχή, φυσικά, κατόπιν τις κρατάει)». Ο νεανικός έρωτας για το ποδόσφαιρο κόλλησε στο ασθενικό πετσί του Αλμπέρ Καμύ για πολλά χρόνια. Οι αναμνήσεις του χαμένου παραδείσου τον συνόδευαν μέχρι την ακροτελεύτια ημέρα της ύπαρξης του. Την 4η Ιανουαρίου του 1960 όταν σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και ενώ ήταν μόλις 46 ετών. Ακριβώς 50 χρόνια μετά τον θάνατο του το πνευματικό εκτόπισμα του Καμύ παραμένει εντυπωσιακό. Η σκέψη του συνεχίζει να κυριαρχεί σε έναν κόσμο, όπου τίποτα δεν υπογραμμίζει το κύρος του περισσότερο από την σιωπή του. Ο αλησμόνητος «Ξένος», αυτός ο φορέας της «Πανούκλας» που περιέγραφε τον «μύθο του Σίσυφου» «απ’ την καλή και την ανάποδη» θα υποστήριζε στα «γράμματα σ’ ένα Γερμανό Φίλο» πως η μοναδική του «πτώση» προήλθε από την αναγκαστική του απόσυρση από το ποδόσφαιρο. Το απαρασάλευτο πάθος του για την μπάλα έχει καταγραφεί στα έργα του, όπου «ανθίζουν» αποφθέγματα όπως το: «όλα όσα γνωρίζω γύρω από την ηθική και την ευθύνη, τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο».
Ο «Άγιος Πέτρος», η αυστηρή γιαγιά και οι τίτλοι
Η ζωή του Αλμπέρ Καμύ άλλαζε με ραγδαίο ρυθμό από την χρονιά που γεννήθηκε, το 1913, στον μαυρισμένο και ανάπηρο εξωτισμό της Αλγερίας, που σπαρασσόταν από την ζοφερή γαλλική αποικιοκρατία. Τον πατέρα του, Λουσιάν δεν τον γνώρισε ποτέ. Επιστρατεύθηκε όταν ξέσπασε ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος και σκοτώθηκε στη μάχη του Μάρνη το 1914. Σε συνθήκες άφατης ανέχειας η μητέρα του Καθρίν ανέθρεψε τον Αλμπέρ και τον μεγαλύτερο αδελφό του Λουσιάν(έλαβε το όνομα του πατέρα τους) δουλεύοντας ως καθαρίστρια. Σε εκείνο το ξεχαρβαλωμένο Αλγέρι με τους πετσοκομμένους ζητιάνους που μόρφαζαν με απαράμιλλη φρικαλεότητα, ο Αλμπέρ Καμύ άρχισε να διαβάζει και να παίζει ποδόσφαιρο. Αμφότερες οι επιδόσεις του ήταν αξιομνημόνευτες και στα 17 του όταν εισήχθη στο πανεπιστήμιο του Αλγερίου για να σπουδάσει φιλοσοφία εξελίχθηκε παράλληλα στον «Άγιο Πέτρο που φύλαγε την πύλη της ποδοσφαιρικής ομάδας του πανεπιστημίου», όπως γράφει στα «Χίλια Πρόσωπα του Ποδοσφαίρου» ο Ουρουγουανός συγγραφέας, Εδουάρδο Γκαλεάνο. Ο Καμύ άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο από την παιδική του ηλικία, ως τερματοφύλακας γιατί ήταν η θέση που χάλαγαν λιγότερο τα παπούτσια. Η αυστηρή γιαγιά του, με την τελειοθηρία Ιεροεξεταστή, ήλεγχε σχολαστικά τις σόλες των παπουτσιών του καθημερινά και όταν τις έβρισκε φθαρμένες ο Καμύ ένιωθε την οργή της. Η αναπόδραστη μοίρα του λοιπόν βρισκόταν κάτω από τα γκολπόστ. Το 1928 άρχισε να παίζει οργανωμένα. Στο εφηβικό τμήμα της ποδοσφαιρικής ομάδας που διατηρούσε το πανεπιστήμιο του Αλγερίου ο Αλμπέρ Καμύ ήταν ο βασικός τερματοφύλακας. Αποτέλεσε τον κύριο λόγο, που η «RUA» (Racing Universitaire Algerois) κατέκτησε το Πρωτάθλημα και το Κύπελλο της Βορείου Αφρικής. Το 1930, στα 17 του βρέθηκε σε ένα σταυροδρόμι και η φυματίωση από την οποία προσβλήθηκε έμελλε να επιλέξει τον δρόμο που θα ακολουθήσει.
Το θέατρο, το μέσο που εξηγεί την ζωή και ο «διόλου υποδειγματικός άνθρωπος»
Το τόσο εύθραυστο σώμα του Αλμπέρ Καμύ αποδείχθηκε στα επόμενα χρόνια ότι έκρυβε μια πολύ δυναμική ψυχή. Μόνο που εκείνη την εποχή το σώμα του αποδείχθηκε πυξίδα ζωής του. Σε ηλικία 17 ετών εγκαταλείπει αμετάκλητα το ποδόσφαιρο. Η φυματίωση μπορεί να «σκόραρε» αλλά δεν θα διέγραψε τις αναμνήσεις που τον συντρόφευαν μέχρι να πεθάνει. Κάποτε ο φίλος του Σαρλ Πονσέ τον ρώτησε, αναζητώντας την επιβεβαίωση αυτού που ήδη γνώριζε, αν προτιμούσε το «θέατρο ή το ποδόσφαιρο». Ο Καμύ απάντησε ακαριαία. «Ποδόσφαιρο, χωρίς ενδοιασμό». Το ράγισμα για την απόσυρση του από την μπάλα το κρατούσε καλά κρυμμένο μέσα του. Συνήθιζε να προσεγγίζει το οικουμενικό αυτό φαινόμενο σαν ένα μέσο για να εξηγήσει την ζωή. «Είναι ένα παιχνίδι που επιτρέπει καλύτερα από κάθε τι άλλο να καταλάβεις τον χαρακτήρα των ανθρώπων» υποστήριζε ο πάγιος εραστής του αθλήματος, που μετανάστευσε στο Παρίσι το 1940, εργαζόμενος ως γραμματέας σύνταξης στην εφημερίδα «Paris Soir». Παράλληλα δημοσίευε τον «Ξένο», τον «Μύθο του Σίσυφου» και γινόταν παγκοσμίως γνωστός για τις φιλοσοφικές του θέσεις. Ένας συγγραφέας διάστικτος από αντιθέσεις, ένας διόλου «υποδειγματικός άνθρωπος» όπως θα υποστηρίξει ο βιογράφος του Ολιβιέ Τοντ που «σε ωθεί να σκεφτείς». Η πείσμονα αδυναμία του για τις όμορφες γυναίκες συμπορευόταν με το πάθος του για το γράψιμο και τις ατελείωτες συζητήσεις του για την ανθρώπινη φύση. Το 1957 ο Καμύ θα λάβει το Νόμπελ Λογοτεχνία για την «Πτώση», την καταβύθιση του στον σηπτικό κόσμο της υποκριτικής ηθικής και των επίπλαστων αξιών και το κάδρο του στην πινακοθήκη των ηρώων της Γαλλίας θα λάβει κεντρική θέση…
Τα διδακτικά χρόνια, η σοφία που δεν αποκτάται εύκολα και το ίχνος
Τα χρόνια που αγωνιζόταν ως τερματοφύλακας ήταν τα πιο διδακτικά για τον Καμύ γιατί έκανε τις πρώτες του «βουτιές» στα αχανή βάθη της ανθρώπινης ύπαρξης. «Στο ποδόσφαιρο έμαθα ότι η μπάλα ποτέ δεν πάει εκεί που την περιμένεις. Αυτό με βοήθησε πολύ στη ζωή, ιδίως στις μεγάλες πόλεις, όπου οι άνθρωποι δεν συνηθίζεται να είναι αυτό που λέμε ευθείς». Το 1950 ένα αθλητικό περιοδικό ζήτησε να καταγράψει τις αναμνήσεις του από την περίοδο που υπερασπίστηκε την εστία της ομάδας του Πανεπιστημίου του Αλγερίου. Ο Καμύ είπε το περίφημο: «όλα όσα γνωρίζω γύρω από την ηθική και την ευθύνη, τα έχω μάθει από το ποδόσφαιρο», που μέχρι σήμερα έχει χρησιμοποιηθεί σε χιλιάδες κείμενα που αφορούν το άθλημα που λάτρεψε. Ο Γκαλεάνο που θέλησε να φέρει την λογοτεχνία κοντά στο ποδόσφαιρο αφιέρωσε ένα μικρό αλλά περιεκτικό κεφάλαιο στο βιβλίο του για την ενασχόληση του Καμύ με το άθλημα. «Έμαθε χάρη στο ποδόσφαιρο να κερδίζει χωρίς να αισθάνεται Θεός και να χάνει χωρίς να αισθάνεται σκουπίδι – σοφία που δεν αποκτάται εύκολα- και έμαθε και μερικά μυστήρια της ανθρώπινης ψυχής, στους λαβύρινθους της οποίας έμαθε να κυκλοφορεί αργότερα κάνοντας επικίνδυνα ταξίδια μέσα από τα βιβλία του» έγραφε ο Ουρουγουανός συγγραφέας για τον Αλμπέρ Καμύ που «χάθηκε» σαν σήμερα πριν από 50 χρόνια. «Οι άνθρωποι όπως εγώ δεν φοβούνται τον θάνατο. Είναι ένα ατύχημα που τους δικαιώνει» έγραφε κάποτε ο Καμύ, ο οποίος στις 4 Ιανουαρίου του 1960 συνταξίδευε με τον εκδότη και στενό του φίλο, Μισέλ Γκαλιμάρ σε ένα σπορ κουπέ, «Φασέλ Βεγκά» όταν το αυτοκίνητο, με υπερβολική ταχύτητα, παρέκκλινε από την πορεία του και προσέκρουσε σε ένα δένδρο. Ο θάνατος του ήταν ακαριαίος αλλά το ίχνος που άφησε πίσω του διαρκές και ανεξίτηλο…
4 comments:
πήρε εκδίκηση ο Ζινταν και για τον Καμύ...
συνέχισε τον παραλληλισμό...
Κατά τη γνώμη μου είναι ο μεγαλύτερος λογοτέχνης του Κ΄ αιώνα. Στο πανεπιστήμιο και αργότερα μελέτησα όλα του τα έργα. Το δικό του παράλογο, η θεατρική του παραγωγή κι τα διηγήματά του είναι εξαιρετικά. Σε μία άλλη λογική ο Γάλλος αυτός έδειξε ότι ο κόσμος είναι τρελός (ο Σίσυφος), ότι τίποτα δεν εγγυάται την ευτυχία (η εξορία και το βασίλειο, ο ευτυχισμένος θάνατος) ή το θάνατο (πανούκλα).
@AEROSTATIC
Ελπίζω ο Καραγιάννης ως πιο ειδικός να περατωσει τον συνειρμό.
Δειμο
Μακάρι να τον είχα μελετήσει καλύτερα ,εκτός απο τα γενικά περί Σισυφου που τσατρα πατρα ξέρουμε σχεδόν ολοι.Τα περι ποδοσφαίρου μολις τα έμαθα.
Post a Comment